Δυσλιπιδαιμία

Δυσλιπιδαιμία

Οι αυξημένες τιμές των λιπιδίων στο αίμα (χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), είτε με τη βοήθεια της υπέρτασης, του καπνίσματος και του σακχαρώδους διαβήτη, είτε χωρίς, διευκολύνουν τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών μέσα στις αρτηρίες και κατ’ επέκταση αυξάνουν τις πιθανότητες για καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσλιπιδαιμία σχετίζεται λιγότερο με τη διατροφή και περισσότερο με τη γενετική προδιάθεση. 

Όταν υπάρχει ιστορικό πολύ υψηλών τιμών χοληστερίνης (>300) σε μια οικογένεια με ή χωρίς έμφραγμα σε κάποιο μέλος ή πρόωρο θάνατο, τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να διερευνώνται και να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία. Όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καλό είναι να τσεκάρονται από την ηλικία των 40 χρόνων και έπειτα και να αποφασίζεται από τον γιατρό τους, λαμβάνοντας υπόψιν και τυχόν άλλους παράγοντες κινδύνου, αν θα πρέπει να λάβουν θεραπεία.

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας είναι κυρίαρχα τα φάρμακα που ονομάζονται στατίνες και εκτός του ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης, έχουν και το συνοδό πολύτιμο όφελος της σταθεροποίησης των αθηρωματικών πλακών και της μείωσης της πιθανότητας για οξέα συμβάματα όπως είναι το έμφραγμα. Οι παρενέργειές τους δε (ηπατική δυσλειτουργία και μυαλγίες) είναι πολύ σπάνιες και απόλυτα αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.

 

Δυσλιπιδαιμία

 

Δυσλιπιδαιμία

 

 

Οι αυξημένες τιμές των λιπιδίων στο αίμα (χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), είτε με τη βοήθεια της υπέρτασης, του καπνίσματος και του σακχαρώδους διαβήτη, είτε χωρίς, διευκολύνουν τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών μέσα στις αρτηρίες και κατ’ επέκταση αυξάνουν τις πιθανότητες για καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσλιπιδαιμία σχετίζεται λιγότερο με τη διατροφή και περισσότερο με τη γενετική προδιάθεση.

Όταν υπάρχει ιστορικό πολύ υψηλών τιμών χοληστερίνης (>300) σε μια οικογένεια με ή χωρίς έμφραγμα σε κάποιο μέλος ή πρόωρο θάνατο, τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να διερευνώνται και να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία. Όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καλό είναι να τσεκάρονται από την ηλικία των 40 χρόνων και έπειτα και να αποφασίζεται από τον γιατρό τους, λαμβάνοντας υπόψιν και τυχόν άλλους παράγοντες κινδύνου, αν θα πρέπει να λάβουν θεραπεία.

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας είναι κυρίαρχα τα φάρμακα που ονομάζονται στατίνες και εκτός του ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης, έχουν και το συνοδό πολύτιμο όφελος της σταθεροποίησης των αθηρωματικών πλακών και της μείωσης της πιθανότητας για οξέα συμβάματα όπως είναι το έμφραγμα. Οι παρενέργειές τους δε (ηπατική δυσλειτουργία και μυαλγίες) είναι πολύ σπάνιες και απόλυτα αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.

Οι αυξημένες τιμές των λιπιδίων στο αίμα (χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), είτε με τη βοήθεια της υπέρτασης, του καπνίσματος και του σακχαρώδους διαβήτη, είτε χωρίς, διευκολύνουν τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών μέσα στις αρτηρίες και κατ’ επέκταση αυξάνουν τις πιθανότητες για καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσλιπιδαιμία σχετίζεται λιγότερο με τη διατροφή και περισσότερο με τη γενετική προδιάθεση.

Όταν υπάρχει ιστορικό πολύ υψηλών τιμών χοληστερίνης (>300) σε μια οικογένεια με ή χωρίς έμφραγμα σε κάποιο μέλος ή πρόωρο θάνατο, τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να διερευνώνται και να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία. Όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καλό είναι να τσεκάρονται από την ηλικία των 40 χρόνων και έπειτα και να αποφασίζεται από τον γιατρό τους, λαμβάνοντας υπόψιν και τυχόν άλλους παράγοντες κινδύνου, αν θα πρέπει να λάβουν θεραπεία.

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας είναι κυρίαρχα τα φάρμακα που ονομάζονται στατίνες και εκτός του ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης, έχουν και το συνοδό πολύτιμο όφελος της σταθεροποίησης των αθηρωματικών πλακών και της μείωσης της πιθανότητας για οξέα συμβάματα όπως είναι το έμφραγμα. Οι παρενέργειές τους δε (ηπατική δυσλειτουργία και μυαλγίες) είναι πολύ σπάνιες και απόλυτα αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.

Οι αυξημένες τιμές των λιπιδίων στο αίμα (χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), είτε με τη βοήθεια της υπέρτασης, του καπνίσματος και του σακχαρώδους διαβήτη, είτε χωρίς, διευκολύνουν τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών μέσα στις αρτηρίες και κατ’ επέκταση αυξάνουν τις πιθανότητες για καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσλιπιδαιμία σχετίζεται λιγότερο με τη διατροφή και περισσότερο με τη γενετική προδιάθεση.

Όταν υπάρχει ιστορικό πολύ υψηλών τιμών χοληστερίνης (>300) σε μια οικογένεια με ή χωρίς έμφραγμα σε κάποιο μέλος ή πρόωρο θάνατο, τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να διερευνώνται και να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία. Όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καλό είναι να τσεκάρονται από την ηλικία των 40 χρόνων και έπειτα και να αποφασίζεται από τον γιατρό τους, λαμβάνοντας υπόψιν και τυχόν άλλους παράγοντες κινδύνου, αν θα πρέπει να λάβουν θεραπεία.

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας είναι κυρίαρχα τα φάρμακα που ονομάζονται στατίνες και εκτός του ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης, έχουν και το συνοδό πολύτιμο όφελος της σταθεροποίησης των αθηρωματικών πλακών και της μείωσης της πιθανότητας για οξέα συμβάματα όπως είναι το έμφραγμα. Οι παρενέργειές τους δε (ηπατική δυσλειτουργία και μυαλγίες) είναι πολύ σπάνιες και απόλυτα αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.

Οι αυξημένες τιμές των λιπιδίων στο αίμα (χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), είτε με τη βοήθεια της υπέρτασης, του καπνίσματος και του σακχαρώδους διαβήτη, είτε χωρίς, διευκολύνουν τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών μέσα στις αρτηρίες και κατ’ επέκταση αυξάνουν τις πιθανότητες για καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσλιπιδαιμία σχετίζεται λιγότερο με τη διατροφή και περισσότερο με τη γενετική προδιάθεση.

Όταν υπάρχει ιστορικό πολύ υψηλών τιμών χοληστερίνης (>300) σε μια οικογένεια με ή χωρίς έμφραγμα σε κάποιο μέλος ή πρόωρο θάνατο, τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να διερευνώνται και να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία. Όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καλό είναι να τσεκάρονται από την ηλικία των 40 χρόνων και έπειτα και να αποφασίζεται από τον γιατρό τους, λαμβάνοντας υπόψιν και τυχόν άλλους παράγοντες κινδύνου, αν θα πρέπει να λάβουν θεραπεία.

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας είναι κυρίαρχα τα φάρμακα που ονομάζονται στατίνες και εκτός του ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης, έχουν και το συνοδό πολύτιμο όφελος της σταθεροποίησης των αθηρωματικών πλακών και της μείωσης της πιθανότητας για οξέα συμβάματα όπως είναι το έμφραγμα. Οι παρενέργειές τους δε (ηπατική δυσλειτουργία και μυαλγίες) είναι πολύ σπάνιες και απόλυτα αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.

Οι αυξημένες τιμές των λιπιδίων στο αίμα (χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), είτε με τη βοήθεια της υπέρτασης, του καπνίσματος και του σακχαρώδους διαβήτη, είτε χωρίς, διευκολύνουν τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών μέσα στις αρτηρίες και κατ’ επέκταση αυξάνουν τις πιθανότητες για καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσλιπιδαιμία σχετίζεται λιγότερο με τη διατροφή και περισσότερο με τη γενετική προδιάθεση.

Όταν υπάρχει ιστορικό πολύ υψηλών τιμών χοληστερίνης (>300) σε μια οικογένεια με ή χωρίς έμφραγμα σε κάποιο μέλος ή πρόωρο θάνατο, τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να διερευνώνται και να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία. Όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καλό είναι να τσεκάρονται από την ηλικία των 40 χρόνων και έπειτα και να αποφασίζεται από τον γιατρό τους, λαμβάνοντας υπόψιν και τυχόν άλλους παράγοντες κινδύνου, αν θα πρέπει να λάβουν θεραπεία.

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας είναι κυρίαρχα τα φάρμακα που ονομάζονται στατίνες και εκτός του ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης, έχουν και το συνοδό πολύτιμο όφελος της σταθεροποίησης των αθηρωματικών πλακών και της μείωσης της πιθανότητας για οξέα συμβάματα όπως είναι το έμφραγμα. Οι παρενέργειές τους δε (ηπατική δυσλειτουργία και μυαλγίες) είναι πολύ σπάνιες και απόλυτα αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.

Παθήσεις

Παθήσεις

Παθήσεις

Οι καρδιαγγειακές παθήσεις (ή καρδιαγγειακά νοσήματα) είναι μια κατηγορία ασθενειών, η οποία αφορά τη καρδιά και τα αιμοφόρα αγγεία.[1] Οι καρδιαγγειακές παθήσεις περιλαμβάνουν τις στεφανιαίες καρδιακές νόσους (π.χ. στηθάγχη και έμφραγμα του μυοκαρδίου). Άλλες καρδιαγγειακές παθήσεις είναι οι ακόλουθες: εγκεφαλικό επεισόδιοκαρδιακή ανεπάρκεια, υπερτασική καρδιοπάθεια, ρευματική καρδιοπάθεια, μυοκαρδιοπάθεια, αρρυθμίες, συγγενής καρδιακή νόσος, βαλβιδική καρδιακή νόσος, καρδίτιδα, ανεύρυσμα της αορτής, περιφερική αρτηριοπάθεια, θρόμβωση και φλεβική θρόμβωση.[2]

Οι ευθυνόμενοι μηχανισμοί ποικίλουν ανά νόσο.[1] Η αθηροσκλήρωση μπορεί να προκαλέσει στεφανιαία καρδιακή νόσο, εγκεφαλικό επεισόδιο και περιφερική αρτηριακή νόσο. Η αθηροσκλήρωση προκαλείται από διάφορους παράγοντες, όπως: υπέρτασηκάπνισμασακχαρώδη διαβήτη, έλλειψη άσκησης, παχυσαρκίαυψηλά επίπεδα χοληστερόλης, κακή διατροφή, υπερκατανάλωση αλκοόλ κ.ά.. Εκτιμάται ότι η υπέρταση ευθύνεται για το 13% των θανάτων από καρδιαγγειακά νοσήματα, ενώ το κάπνισμα αντιπροσωπεύει ένα 9%, ο διαβήτης 6%, η έλλειψη άσκησης 6% και η παχυσαρκία 5%. Η αθεράπευτη στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα προκαλείται από ρευματική καρδιοπάθεια.

Εκτιμάται ότι έως και το 90% των καρδιαγγειακών νοσημάτων μπορούν να προληφθούν.[3][4] Τα μέτρα πρόληψης των καρδιαγγειακών νοσημάτων περιλαμβάνουν: υγιεινή διατροφή, άσκηση, αποφυγή καπνίσματος και περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ.[1] Η θεραπεία των παραγόντων κινδύνου (υπέρταση, λιπίδια του αίματος, διαβήτης) ωφελεί στην πρόληψη και αποτροπή της μόλυνσης από καρδιαγγειακά νοσήματα. Η θεραπεία ατόμων που πάσχουν από στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα με αντιβιοτικά μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης ρευματικής καρδιοπάθειας.[5] Η χρήση της ασπιρίνης σε άτομα, που είναι κατά τα άλλα σε καλή ιατρική κατάσταση, δεν έχει ξεκαθαριστεί αν ωφελεί.[6][7]

Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν την κύρια αιτία θανάτου σε όλες της ηπείρους, εξαιρουμένης της Αφρικής.[1] Τα καρδιαγγειακά νοσήματα προκάλεσαν 17.9 εκατομμύρια θανάτους (32.1%) το 2015, εκπροσωπώντας μια σημαντική αύξηση από τους 12.3 εκατομμύρια θανάτους (25.8%) το 1990.[8][2] Οι θάνατοι από καρδιαγγειακά νοσήματα έχουν αυξηθεί στο μεγαλύτερο μέρος του αναπτυσσόμενου κόσμου, ενώ ξεκινώντας από την δεκαετία του 1970 οι θάνατοι από καρδιαγγειακά νοσήματα έχουν μειωθεί στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες.[9][10] Η στεφανιαία καρδιακή νόσος και το εγκεφαλικό επεισόδιο προκαλούν το 80% των θανάτων από καρδιαγγειακά νοσήματα στους άνδρες και το 75% των θανάτων από καρδιαγγειακά νοσήματα στις γυναίκες. Οι περισσότερες καρδιαγγειακές παθήσεις προσβάλλουν ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 11% των ατόμων μεταξύ 20 και 40 ετών νοσούν από καρδιαγγειακά νοσήματα. Το ποσοστό των ατόμων που νοσούν από καρδιαγγειακά νοσήματα αυξάνεται με την ηλικία: στις ηλικίες 40-60 ετών νοσεί από καρδιαγγειακά νοσήματα το 37%, στις ηλικίες 60-80 ετών νοσεί το 71% και, και στις ηλικίες άνω των 80 νοσεί το 85%.[11] Η μέση ηλικία θανάτου από στεφανιαία καρδιακή νόσο στον αναπτυγμένο κόσμο είναι γύρω στα 80, ενώ είναι περίπου 68 στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η καρδιαγγειακή πάθηση διαγνώσκεται επτά με δέκα χρόνια νωρίτερα στους άνδρες απ’ότι στις γυναίκες..[12]